Drones και στοχευμένες δολοφονίες

Το πρωινό της 16ης Νοεμβρίου του 2001, εν μέσω της αμερικανικής επέλασης στo Αφγανιστάν, ο Μοχάμεντ Ατέφ, υπαρχηγός και στρατιωτικός υπεύθυνος της Αλ Κάιντα, έπεφτε νεκρός, όταν μια βόμβα που εκτοξεύτηκε από μη επανδρωμένο αεροσκάφος (drone) χτύπησε το κρησφύγετό του στην Ανατολική Καμπούλ. Η δολοφονία του Ατέφ είναι η πρώτη επίθεση που πραγματοποιείται από μη επανδρωμένο αεροσκάφος στην Ιστορία, καθώς μέχρι τότε αυτά χρησιμοποιούνταν μόνο για τη συλλογή πληροφοριών και επιτήρησης.

Επιτήρηση και συλλογή πληροφοριών

Η ιστορία των μη επανδρωμένων αεροσκαφών εκτείνεται στον χρόνο και οι ρίζες τους εντοπίζονται στη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα, όταν το Βασιλικό Ναυτικό της Μεγάλης Βρετανίας ανέπτυξε τα “Queen Bee”. Τα κατευθυνόμενα αυτά αεροσκάφη χρησίμευαν ως κινούμενοι στόχοι, για την εξάσκηση του Ναυτικού και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των χτυπημάτων του απέναντι σε εναερίους στόχους.

Τα drones έγιναν ουσιαστικό στρατιωτικό εργαλείο μονάχα στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα και συγκεκριμένα κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ. Τότε, τα αμερικανικά Lightening Bugs έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη συγκέντρωση πληροφοριών για τις θέσεις των Βιετκόνγκ αλλά και την επιτήρηση της Κίνας.

Στη πραγματικότητα όμως, τα drones έγιναν αναπόσπαστο κομμάτι των πολεμικών επιχειρήσεων από τους Ισραηλινούς, κατά τη διάρκεια του Πολέμου Φθοράς (1967-1973). Τότε, η πανίσχυρη ισραηλινή στρατιωτική βιομηχανία ανέπτυξε ακόμα πιο αναβαθμισμένα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, τα οποία συγκέντρωναν πληροφορίες που με τη σειρά τους αξιοποιούνταν σε πραγματικό χρόνο για την εξουδετέρωση στόχων μέσω προληπτικών χτυπημάτων από την ισραηλινή αεροπορία.

Drones και πόλεμος κατά της τρομοκρατίας

Η μετατροπή των μη επανδρωμένων αεροσκαφών σε επιθετικό όπλο εγκαινιάστηκε από τις ΗΠΑ στον Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας, όταν οι στοχευμένες δολοφονίες μέσω των drones έγινε ένας από τους βασικούς πυλώνες της αμερικανικής στρατηγικής. Αν ο Τζορτζ Μπους θεωρείται ο “εμπνευστής” αυτής της στρατηγικής, δίνοντας έγκριση σε 50 στοχευμένες δολοφονίες, ο Μπάρακ Ομπάμα είναι σίγουρα ο μεγαλύτερος υπέρμαχός της… καθώς εξουσιοδότησε πάνω από 400 επιθέσεις σε Αφγανιστάν, Υεμένη και Πακιστάν.

Οι επιθέσεις μέσω drones προσέφεραν στους Αμερικανούς ένα σημαντικό όπλο στη μάχη κατά της Αλ Κάιντα και των ισλαμιστικών τρομοκρατικών δικτύων σε άλλες χώρες της Κεντρικής Ασίας και της Μέσης Ανατολής, εξουδετερώνοντας σημαίνοντα στελέχη τρομοκρατικών οργανώσεων. Την ίδια όμως στιγμή, προκάλεσαν τον θάνατο χιλιάδων αμάχων. Μόνο στο Πακιστάν υπολογίζεται πως, κατά την περίοδο 2001-2012, τα αμερικανικά drones σκότωσαν 3.000 αμάχους.

Τον “αμερικανικό δρόμο” της ανάπτυξης επιθετικών drones δεν άργησε να ακολουθήσει και το Ισραήλ, το οποίο χρησιμοποίησε τα drones για επιθετικές ενέργειες απέναντι στη Χαμάς κατά τη διάρκεια της επιχείρησης Cast Lead (Συμπαγές Μολύβι) και τους βομβαρδισμούς της Λωρίδας της Γάζας (27 Δεκεμβρίου 2008 έως 18 Ιανουαρίου 2009).

Drones… γιατί πολύ απλά δουλεύει

Παρά το γεγονός πως οι επιθέσεις μέσω drones έχουν προκαλέσει την κατακραυγή ανθρωπιστικών οργανώσεων αλλά και κυβερνήσεων, για μια σειρά αναλυτών θεωρούνται ακόμα και σήμερα αξιόπιστη και αποτελεσματική μέθοδος καταπολέμησης της τρομοκρατίας. Όπως χαρακτηριστικά έχει πει ο Ν. Μπάιμαν, “η επιλογή των στοχευμένων δολοφονιών μέσω drones θα συνεχιστεί… γιατί πολύ απλά δουλεύει… και μάλιστα με χαμηλό κόστος και ρίσκο”.

Η επιχειρηματολογία υπέρ της χρήσης drones για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας βασίζεται σε τρεις βασικές υποθέσεις. Πρώτον, ότι πετυχαίνουν σημαντικά αποτελέσματα χωρίς τη χρήση “ακριβών” συμβατικών μεθόδων πολέμου. Δεύτερον, ότι συγκριτικά με τις μεγάλες επιχειρήσεις έχουν πολύ λιγότερο αντίκτυπο στη ζωή των αμάχων. Τρίτον, ότι η αίσθηση του αιφνιδιασμού και της διαρκούς απειλής δημιουργεί επιχειρησιακές δυσκολίες στα τρομοκρατικά δίκτυα.

Από όπλο των ισχυρών… όπλο των αδυνάμων

Από το 2015, το Ισλαμικό Κράτος είχε επενδύσει στην ανάπτυξη των μη επανδρωμένων αεροσκαφών για να αντισταθμίσει την έλλειψη αεροπορικής ισχύος. Σύμφωνα με αναλυτές, η “σπουδή” της οργάνωσης του Αλ Μπαγκντάτι προς την ανάπτυξη των drones έκανε το Ισλαμικό Κράτος ικανό να κερδίσει εναέρια στρατιωτική υπεροχή έναντι των ιρακινών και συριακών δυνάμεων, η οποία αποκαταστάθηκε μόνο μετά την εμπλοκή των Αμερικανών και των Ρώσων.

Το Ισλαμικό Κράτος δεν ήταν όμως η πρώτη οργάνωση που χρησιμοποίησε την τεχνολογία των drones είτε για τη συλλογή πληροφοριών είτε για τη διεξαγωγή επιθετικών ενεργειών. Ιστορικά, η πρώτη οργάνωση που φέρεται να χρησιμοποίησε drones ήταν η Χεζμπολάχ και μετέπειτα η Χαμάς, οι οποίες, με τη βοήθεια του Ιράν, προχώρησαν στην κατασκευή κατασκοπευτικών drones για επιχειρήσεις εναντίον του Ισραήλ.

Η χρήση όμως των drones έγινε όπλο και των “αδύναμων” κρατών του διεθνούς συστήματος. Τα κράτη αυτά, με κόστος που δεν ξεπερνά τα 300 δολάρια, έχουν την δυνατότητα να παρασκευάζουν μη επανδρωμένα αεροσκάφη, με στόχο είτε τη συλλογή πληροφοριών, είτε τη διεξαγωγή επιθετικών ενεργειών είτε τη δημιουργίας του αισθήματος της διαρκούς ανασφάλειας και απειλής απέναντι στους περιφερειακούς τους αντιπάλους.

Η χρήση των μη επανδρωμένων αεροσκαφών θεωρείται όπλο που μπορεί με ακρίβεια, χαμηλό κόστος και μηδαμινό ρίσκο να πετύχει σημαντικούς στρατιωτικούς στόχους. Υπ’ αυτό το πρίσμα, τα drones θα συνεχίζουν να βρίσκονται στο επίκεντρο του πολιτικο-στρατιωτικού ενδιαφέροντος.

Η έντονη κριτική δεν φαίνεται ικανή να κάνει τα κράτη να εγκαταλείψουν αυτή τη στρατηγική… αλλά μάλλον το αντίθετο, δηλαδή να τα αναβαθμίσουν περαιτέρω. Εκτιμάται πως τα επόμενα χρόνια, το βασικό στοίχημα των μεγάλων στρατιωτικών βιομηχανιών είναι η παραγωγή drones με ακόμα μεγαλύτερη αυτονομία και άρα πολύ μεγαλύτερες επιχειρησιακές ικανότητες, αλλά και η επίτευξη μεγαλύτερης ακρίβειας στα χτυπήματα μέσω της τεχνητής νοημοσύνης.