Ελλάδα – Τουρκία θέλουν ήρεμα νερά αλλά με τι όρους;

Ηρεμία ναι, αλλά με ποιους όρους. Και τελικά πόσο διπλωματικό χρόνο μπορούν να «αγοράσουν» οι δύο πλευρές επενδύοντας στη στασιμότητα. Είναι ζητήματα που θέτουν σειρά αναλυτών που παρακολουθούν τα ελληνοτουρκικά σε Αθήνα και Άγκυρα.

Τόσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης όσο και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δηλώνουν ενόψει της συνάντησης τους ότι επιθυμούν συνέχεια της ηρεμίας και του καλού κλίματος. Ωστόσο σε δύο χώρες των οποίων οι πάγιες θέσεις είναι αυτές που όλοι αναγνωρίζουν ότι οδηγούν σε εντάσεις οι οποίες συνήθως παράγουν κρίσεις.

Εάν εξαιρέσει κανείς το τελευταίο διάστημα που οι ανοιχτοί δίαυλοι επικοινωνίας έχουν καταφέρει να απορροφούν τις εντάσεις πριν μετεξελιχθούν σε κρίσεις.

Και αυτό δείχνει ότι είναι ζήτημα πολιτικής βούλησης και από τις δύο πλευρές ώστε να μην παράγουν κρίσεις.

Κάτι που όπως έχει υποστηρίξει επανειλημμένα και ο Υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης ήταν και το πνεύμα της Διακήρυξης των Αθηνών.

Αυτό ωστόσο δεν σημαίνει ότι οι θέσεις έχουν αλλάξει και η Τουρκία έχει υποχωρήσει των διεκδικήσεων της που αποτελούν αγκάθι για την Ελλάδα και είναι πολλές.

Οι αιτίες της έντασης

Μεταξύ αυτών που είχαν πυροδοτήσει κρίσεις και εντάσεις τα προηγούμενα χρόνια φτάνοντας της δύο χώρες στον προθάλαμο ενός ατυχήματος, με απειλές να εκτοξεύονται εναντίον της Ελλάδας από τον τούρκο πρόεδρο σε καθημερινή βάση ήταν η επιμονή της Τουρκίας στο δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας, το τουρκολιβυκό μνημόνιο, η σταθερή απαίτηση περί αποστρατικοποίησης των νησιών που συνδέθηκε με αμφισβήτηση της κυριαρχίας τους, το casus belli, οι «γκρίζες ζώνες» αλλά και ζητήματα που συνδέονται με την μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης.

Η απόφαση δε της Άγκυρας να υλοποιήσει την απόφαση του 2020 για μετατροπή της Μονής της Χώρας σε τζαμί και μάλιστα μία βδομάδα πριν την επίσκεψη Μητσοτάκη στην Άγκυρα προκάλεσε αλγεινή εντύπωση, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να αναφέρει τόσο στη συνάντηση του με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, όσο και σε συνέντευξη του (protothema.gr) ότι προτίθεται να το θέσει στον Ερντογάν, δηλώνοντας μάλιστα την εντονότατη δυσαρέσκεια του.

Η επίσκεψη πρέπει να γίνει

Σημείωσε ωστόσο ότι οι δίαυλοι πρέπει να διατηρούνται ανοιχτοί, επέμεινε ότι η επίσκεψη του δεν πρέπει να αναβληθεί και σημείωσε ότι η έκφραση της δυσαρέσκειας στη συνάντηση είναι προτιμότερη από τη δημιουργία μίας κρίσης.

Χαρακτηρίζοντας την κίνηση Ερντογάν περιττή και λανθασμένη. Το πώς θα απαντήσει στα παράπονα Μητσοτάκη ο Ερντογάν είναι επίσης κάτι που μένει να αποδειχθεί.

Ακόμα και αν η επιλογή να λειτουργήσει ως τζαμί η Μονή της Χώρας αυτή τη χρονική στιγμή ήταν μία σημαντική ενόχληση για την Αθήνα, η Άγκυρα έχει δείξει εμπράκτως ότι δεν παραιτείται των αξιώσεων της και δεν εγκαταλείπει τις πάγιες θέσεις της.

Παρά το καλό κλίμα.

Αυτό επαναβεβαιώθηκε αρκετές φορές με πλέον πρόσφατη την αντίδραση της Άγκυρας για τις ανακοινώσεις της Αθήνας για τα θαλάσσια πάρκα, καθώς και navtex με τις οποίες η Τουρκία επιμένει – μεταξύ άλλων – και στην αποστρατικοποίηση των νησιών.

Σταθερή στις θέσεις της παραμένει και η Αθήνα διατηρώντας επίσης τις κόκκινες γραμμές της.

Τα κέρδη της ηρεμίας

Στον αντίποδα όσοι τάσσονται υπέρ του διαλόγου, παρά τις εκάστοτες παραφωνίες υπογραμμίζουν ότι τα κέρδη είναι εξαιρετικά σημαντικά και για τις δύο πλευρές. Υπενθυμίζουν το μηδέν σε όχι μόνο σε υπερπτήσεις αλλά και σε παραβιάσεις, το οποίο δεν μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει ως δεδομένο και μη υπολογίσιμο, την ηρεμία στα νερά του Αιγαίου, τη συνεργασία των δύο χωρών στο μεταναστευτικό, η οποία αποδίδει σημαντικά, αλλά και σειρά άλλων δρόμων συνεργασίας που ανοίγει η «θετική ατζέντα».

Με διπλωματικές πηγές να απαντούν σε όλους τους τόνους ότι η Διακήρυξη των Αθηνών παραμένει ζωντανή και σε ισχύ, με το διάλογο να δίνει λύσεις και να επιτρέπει εκτόνωση των εντάσεων πριν αυτές εξελιχθούν σε κρίσεις.

Θεωρούν δε ότι οι ανοιχτοί δίαυλοι επικοινωνίας θα πρέπει να διαφυλαχθούν για όσο περισσότερο καιρό αυτό είναι δυνατό, με στόχο κάποια στιγμή οι δύο πλευρές να μπορέσουν να μπουν και στην ουσία της ελληνοτουρκικής διαφοράς, της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ.

Πόσο εύθραυστη είναι η ηρεμία

Σε αυτές τις συνθήκες το ερώτημα που τίθεται είναι τι όρους βάζουν οι δύο πλευρές για τη διατήρηση της ηρεμίας και πόσο εύθραυστη μπορεί να αποδειχθεί τελικά αυτή, όταν οι συνθήκες δεν δείχνουν να «ωριμάζουν» προκειμένου Ελλάδα και Τουρκία να μπουν στο διάλογο για τα ζητήματα που προκαλούν την ένταση.

Η σημασία των ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας Αθήνας – Άγκυρας δύσκολα αμφισβητείται όπως και τα κέρδη και των δύο πλευρών ως αποτέλεσμα του καλού κλίματος.

πηγή: In.gr