Τουρκία: Μια βιομηχανία όπλων πιο αυτάρκης από ποτέ

Όσο και να ακούγεται περίεργο στο ελληνικό κοινό, ο κύριος στόχος της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής για να μπορέσει να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της χώρας, σε ένα ολοένα και πιο ασταθές περιφερειακό και παγκόσμιο περιβάλλον, είναι να συνεισφέρει στην παγκόσμια ειρήνη, ευημερία και σταθερότητα. Όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, η τουρκική διπλωματία καθοδηγείται από τη γνωστή ρήση του ιδρυτή της χώρας, Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ – «Ειρήνη στο Σπίτι, Ειρήνη στον Κόσμο» με την εφαρμογή μιας «Επιχειρηματικής και Ανθρωπιστικής Εξωτερικής Πολιτικής» που, σύμφωνα με τον τούρκο Πρόεδρο, «αντανακλά το επιχειρηματικό πνεύμα και τις ανθρωπιστικές αξίες του [τουρκικού] έθνους».

Όπως αναφέρεται και στο προεκλογικό πρόγραμμα του κυβερνώντος κόμματος, η παγκόσμια συγκυρία οδηγεί την Τουρκία να προωθήσει μια εξωτερική πολιτική που λαμβάνει υπόψη τη γεωγραφική της θέση, την ιστορική της εμπειρία και παραδόσεις, το ανθρώπινο δυναμικό της, τους ισχυρούς θεσμούς της και τη δυναμική της οικονομίας της. Για τους τούρκους αξιωματούχους, η υλοποίηση των στόχων τους πραγματοποιείται με την εφαρμογή μιας ενεργητικής διπλωματίας και με παρουσία παντού. Έτσι, τα τελευταία χρόνια η Τουρκία έχει καταφέρει να δημιουργήσει το 5ο μεγαλύτερο διπλωματικό δίκτυο παγκοσμίως με 260 διπλωματικές και προξενικές Αρχές.

Ωστόσο, θα πρέπει να τονίσουμε ότι η τουρκική εξωτερική πολιτική διέπεται από μια αξιοσημείωτη συναίνεση που χαρακτηρίζεται σε μεγάλο βαθμό από έντονο αντιαμερικανισμό και τριτοκοσμισμό (προερχόμενο από ένα μείγμα οθωμανικών, ισλαμικών και αριστερών αντιλήψεων που επικαλύπτονται).

Επικρατεί ένα μονοδιάστατο αφήγημα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής βασισμένο στο πώς ερμηνεύεται η ιστορία της χώρας, η γεωγραφία της, πώς επηρεάζεται από το διεθνές σύστημα και πώς το επηρεάζει. Δηλαδή, προβάλλεται μια μονοδιάστατη θέση του τι σημαίνει να είναι κανείς Τούρκος, βασισμένη στο αφήγημα των εξωτερικών εχθρών και των εσωτερικών συνεργατών («Ειρήνη στο Σπίτι, Ειρήνη στον Κόσμο») και τροφοδοτεί άμεσα την τουρκική εξωτερική πολιτική. Πέραν του προαναφερόμενου δομικού παράγοντα, υπάρχουν και ιδιοσυγκρασιακοί παράγοντες ή σύνδρομα που επικρατούν, όπως το σύνδρομο του μοναδικού λύκου (δηλαδή του αφηγήματος της μοναχικότητας του Τούρκου και της Τουρκίας και πώς τα κατάφερε από μόνη της να εδραιωθεί η σύγχρονη Τουρκική Δημοκρατία το 1923), το σύνδρομο των Σεβρών (η λαϊκή πεποίθηση στην Τουρκία ότι εσωτερικοί και εξωτερικοί εχθροί, ειδικά η Δύση, συνωμοτούν για να αποδυναμώσουν και να διασπάσουν την Τουρκική Δημοκρατία), το σύνδρομο της μίνι αυτοκρατορίας (ως διάδοχο κράτος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας), και το πιο πρόσφατο σύνδρομο της Συνθήκης της Λωζάννης (η αίσθηση ότι τα υπάρχοντα σύνορα της Τουρκίας είναι περιοριστικά και δεν συμβάλλουν στην προάσπιση των συμφερόντων και στόχων της χώρας).

Συγκυριακοί παράγοντες όπως η εν εξελίξει συστημική αλλαγή σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο έχουν επίσης συμβάλει στην αποστασιοποίηση της Τουρκίας από τη Δύση και τους δυτικούς θεσμούς (ΝΑΤΟ, Ευρωπαϊκή Ενωση, Συμβούλιο της Ευρώπης) καθώς και στη διαμόρφωση μιας αυτόνομης πορείας που συνδυάζεται με την αύξηση της οικονομικής ισχύος της χώρας και τη ραγδαία ανάπτυξη μιας βιώσιμης εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας. Με άλλα λόγια, η Τουρκία αυτοπροσδιορίζεται ως χώρα με επίκεντρο την ασφάλεια. Αυτό διαποτίζει και ορίζει την κοσμοθεωρία της Τουρκίας και εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τη συμπεριφορά της στην εξωτερική της πολιτική. Για παράδειγμα, για την Τουρκία η Συρία παρουσιάζεται ως πρόκληση επιβίωσής της λόγω της ύπαρξης των Κούρδων εκεί. Το Αιγαίο και η Ανατολική Μεσόγειος, και κατ’ επέκταση τα ελληνοτουρκικά, θεωρούνται ζητήματα κυριαρχίας. Aφετέρου, το Ιράκ, ο Καύκασος, η Λιβύη, και το Κυπριακό θεωρούνται ζητήματα εθνικής ασφάλειας. Μετά το κουρδικό ζήτημα, τα συμφέροντα και οι πολιτικές των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή και ιδιαίτερα αναφορικά με τον ρόλο των Κούρδων στην καταπολέμηση της ισλαμικής τρομοκρατίας είναι υψίστης σημασίας για την Τουρκία. Η καχυποψία για τις αμερικανικές προθέσεις (θέλουν οι ΗΠΑ ένα ανεξάρτητο κουρδικό κράτος και τον διαμελισμό της Τουρκίας;) έχει ωθήσει την Τουρκία πιο κοντά στη Ρωσία.

Ως αποτέλεσμα του τρόπου αξιολόγησης και αντιμετώπισης των προαναφερόμενων προκλήσεων, η Τουρκία αντιμετωπίζει την απομόνωσή της διά της διπλωματίας της αποτροπής, και ιδιαίτερα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου διά της πολιτικής των εξορύξεων. Επίσης, προωθεί μια πολιτική εξισορρόπησης μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων (βλέπε τη θέση της Τουρκίας στη Συρία, στη Λιβύη και στην Ουκρανία). Ο στόχος είναι η σταθερότητα διά της ήπιας ή και της σκληρής ισχύος σε μια περιοχή όπου η Τουρκία έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο.

Συμπερασματικά, η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας χαρακτηρίζεται από ξεκάθαρη ορθολογική σκέψη και δράση με έμφαση στην ιστορία της, το πώς ερμηνεύει την προάσπιση της ασφάλειάς της, την περιφερειακή και παγκόσμια συγκυρία, και τη δυνητική δυναμική της πολιτική και οικονομική ανάπτυξή της με προτεραιότητα την πολιτική, την οικονομική, και την ενεργειακή αυτονομία της.

Τουρκική αμυντική βιομηχανία
Η τουρκική αμυντική βιομηχανία αναπτύσσεται ραγδαία τα τελευταία χρόνια και εντάσσεται στην προσπάθεια της τουρκικής κυβέρνησης να αναπτύξει μια πολιτική και οικονομική αυτονομία από τη Δύση πολιτικά, ιδεολογικά και οικονομικά και να καθιερωθεί ως αδιαμφισβήτητη περιφερειακή δύναμη έχοντας τον πρώτο λόγο στην υπεράσπιση των συμφερόντων της. Μια από τις έμπρακτες προτεραιότητες προς υλοποίηση της επιδιωκόμενης πολιτικής και οικονομικής αυτονομίας και της απεξάρτησης από δυτικά (ιδιαίτερα αμερικανικά) οπλικά συστήματα είναι η ανάπτυξη της τουρκικής βιομηχανίας όπλων. Η βιομηχανία όπλων της Τουρκίας είναι μεγαλύτερη και πιο αυτάρκης από ποτέ. Ο κύκλος εργασιών αυξήθηκε από 1 δισ. δολάρια το 2002 σε 11 δισ. δολάρια το 2020. Το 70% με 80% των αναγκών του τουρκικού στρατού, ο οποίος είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος στο ΝΑΤΟ, καλυπτόταν κάποτε από ξένους προμηθευτές. Πλέον το ποσοστό αυτό έχει μειωθεί στο 30%. Από τον Μάιο του 2004, ο αριθμός των έργων αμυντικής βιομηχανίας στη χώρα έχει αυξηθεί από 62 σε 750 και ο αριθμός των εταιρειών αμυντικής βιομηχανίας από 56 σε 2.700. Το 2021 οι τουρκικές εξαγωγές οπλικών και αεροδιαστημικών συστημάτων έφθασαν στο ποσό – ρεκόρ των 3,2 δισ. δολαρίων.

Παρατίθενται πιο κάτω μερικά από τα πιο προβεβλημένα συστήματα του τουρκικού οπλοστασίου:

Tayfun (βαλλιστικός πύραυλος)
Είναι ο πρώτος τουρκικός βαλλιστικός πύραυλος μικρού βεληνεκούς , ο οποίος κατασκευάστηκε με μυστικότητα και η πρώτη δοκιμή του έγινε στα μέσα Οκτωβρίου του 2022. Όπως διέρρευσαν οι τουρκικές αρχές, εκτοξεύθηκε από τη Ριζούπολη και έφτασε στην ανοιχτή θάλασσα της Σινώπης στα 561 χλμ. σε 456 δευτερόλεπτα στην πρώτη του δοκιμή, διπλασιάζοντας το βεληνεκές του πιο προηγμένου πυραύλου της Τουρκίας. Η δοκιμή του Tayfun που θα πει τυφώνας δεν είχε ανακοινωθεί επίσημα, ωστόσο διέρρευσε σε πρακτορεία ειδήσεων στις 18 Οκτωβρίου. Η δοκιμή του συνέπεσε με την περίοδο αυξημένης έντασης στο Αιγαίο, γι’ αυτό και φιλοκυβερνητικά τουρκικά μέσα σχολίαζαν ότι «το βεληνεκές του διασχίζει το Αιγαίο και φτάνει μέχρι την Ελλάδα».

Altay (άρμα μάχης)
Το πρώτο εγχώριο άρμα μάχης τρίτης γενιάς παραδόθηκε τελικά στις 23 Απριλίου αντί για τον Μάιο όπως είχε αρχικά ανακοινωθεί, έπειτα από την εξασφάλιση κινητήρων από τη Νότια Κορέα. Η κοινοπραξία BMC (Τουρκίας και Κατάρ) που έχει αναλάβει την κατασκευή του θα ξεκινήσει μαζική παραγωγή του άρματος το 2025.

Η Τουρκία θα προμηθευόταν αρχικά από τη Γερμανία αλλά τελικά, λόγω του εμπάργκο που επέβαλε η Γερμανία στην Τουρκία μετά την επίθεσή της στη Συρία το 2019, η συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών δεν προχώρησε. Η τουρκική αμυντική βιομηχανία σκοπεύει να κατασκευάσει εγχώριους κινητήρες με την κωδική ονομασία Batu, αλλά μέχρι τότε αγόρασε τα νοτιοκορεατικά εξαρτήματα.

Το Altay πήρε το όνομά του από τον Φαχρετίν Αλτάι (Fahrettin Altay), ο οποίος διοικούσε το 5ο Σώμα Ιππικού στον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας της Τουρκίας. Πρόκειται για παραλλαγή του κορεατικού K2 Black Panther, το οποίο αναπτύχθηκε από τη νοτιοκορεατική Hyundai Rotem, ενώ διαθέτει και κάποια σχεδιαστικά χαρακτηριστικά του Leopard 2, το οποίο ήδη χρησιμοποιείται από τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις.

περισσότερα στο in.gr