Κατατέθηκε στη Βουλή το νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών με τίτλο “Τροποποίηση του ν. 4557/2018 (Α΄ 139) για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότηση της τρομοκρατίας – Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/843 (L 156) και του άρθρου 3 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/2177 (L 334)”
Όπως αναφέρεται στην έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, με το νομοσχέδιο προωθείται η περαιτέρω ενίσχυση του πλαισίου για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας καθώς και η προστασία του χρηματοπιστωτικού συστήματος από τους κινδύνους που ενέχουν.
Το σχέδιο νόμου προβλέπει τις εξής δράσεις:
* Ενίσχυση της διαφάνειας των εταιρικών δομών με διασφάλιση δημόσιας πρόσβασης στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων.
* Περιορισμό της ανωνυμίας που περιβάλλει τα ψηφιακά νομίσματα και τις υπηρεσίες θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών, με την εγγραφή των σχετικών παρόχων σε ειδικό μητρώο και την πρόβλεψη άσκησης εποπτείας.
* Θέσπιση περιορισμού ποσού στις συναλλαγές με προπληρωμένες κάρτες.
* Παροχή δυνατότητας στην εθνική Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες) κατά την άσκηση των καθηκόντων της, για πρόσβαση σε μεγαλύτερο εύρος πληροφοριών.
* Καθορισμό κριτηρίων και δικλείδων ασφαλείας σχετικά με συναλλαγές από και προς τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου, όπως αυτές χαρακτηρίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
* Θέσπιση του Συστήματος Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών, ως κεντρικού αυτοματοποιημένου μηχανισμού για την έγκαιρη πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών.
* Στενότερη και πιο συστηματική συνεργασία των αρχών προληπτικής εποπτείας και των αντίστοιχων αρχών εποπτείας για την καταπολέμηση του ξεπλύματος χρήματος, τόσο μεταξύ τους, όσο και με τις αρμόδιες ευρωπαϊκές αρχές.
Ως υπόλογοι για τη διακίνηση του «μαύρου χρήματος» και αντιμετωπίζουν βαριές ποινές, εάν περάσει από τα χέρια τους ύποπτη συναλλαγή, ορίζονται μεταξύ άλλων τραπεζικοί υπάλληλοι, δικηγόροι, λογιστές, συμβολαιογράφοι, μεσίτες ακινήτων, έμποροι και οι εκπλειστηριαστές αγαθών μεγάλης αξίας, οι οποίοι οφείλουν να εφαρμόζουν μέτρα «δέουσας επιμέλειας».
Πρόκειται για την εξακρίβωση των στοιχείων συναλλασσόμενων και την ενημέρωση των προϊσταμένων και των αρμοδίων Αρχών, για τις υποθέσεις που φαίνονται ύποπτες. Σε διαφορετική περίπτωση, οι ίδιοι αντιμετωπίζουν ποινές κάθειρξης έως 10 έτη, αλλά και χρηματικά πρόστιμα έως 1,5 εκατ. ευρώ.
ΥΠΟΠΤΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ
Αναφορικά με τις χρηματικές συναλλαγές οι οποίες θεωρούνται ύποπτες, σε αυτές το νομοσχέδιο κατατάσσει τις ακόλουθες, επί των οποίων τα υπόχρεα πρόσωπα εφαρμόζουν τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη:
- Όταν συνάπτουν επιχειρηματική σχέση,
- Όταν διενεργούν περιστασιακή συναλλαγή που: αα) ανέρχεται σε ποσό ίσο ή μεγαλύτερο των 15.000 ευρώ είτε η συναλλαγή αυτή πραγματοποιείται με μία και μόνη πράξη είτε με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους, ββ) αποτελεί μεταφορά χρηματικών ποσών, σύμφωνα με τον ορισμό του στοιχείου 9 του άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/847 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 141) άνω των χιλίων (1.000) ευρώ.
Υπό παρακολούθηση τελεί οποιαδήποτε συναλλαγή, άνω των 1.000 ευρώ, εκτελείται τουλάχιστον εν μέρει ηλεκτρονικά για λογαριασμό ενός πληρωτή μέσω ενός παρόχου υπηρεσιών πληρωμών με σκοπό να τεθεί χρηματικό ποσό στη διάθεση κάποιου δικαιούχου μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, ασχέτως εάν πληρωτής και δικαιούχος είναι ένα και το αυτό πρόσωπο και ασχέτως εάν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή και αυτός του δικαιούχου είναι ο ίδιος. Η συναλλαγή μπορεί να είναι:
- μεταφοράς πιστώσεων
- άμεσης χρέωσης
- εμβασμάτων εθνικών ή διασυνοριακών
- μεταφοράς που πραγματοποιείται μέσω κάρτας πληρωμής, εργαλείου ηλεκτρονικού χρήματος, κινητού τηλεφώνου ή κάθε άλλης ψηφιακής ή πληροφορικής τεχνολογίας συσκευής εκ των προτέρων ή εκ των υστέρων πληρωμής με παρόμοια χαρακτηριστικά.
Επίσης η «δέουσα επιμέλεια» εφαρμόζεται:
- Όταν πρόκειται για πρόσωπα που εμπορεύονται αγαθά και διενεργούν περιστασιακή συναλλαγή σε μετρητά που αφορά ποσό 10.000 ευρώ τουλάχιστον, ανεξάρτητα από το αν διενεργείται με μία μόνη πράξη ή με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους,
- Όταν πρόκειται για παρόχους υπηρεσιών τυχερών παιγνίων που διενεργούν συναλλαγή που αφορά ποσό δύο χιλιάδων 2.000 ευρώ τουλάχιστον κατά την κατάθεση του στοιχήματος, την είσπραξη των κερδών ή και στις δύο περιπτώσεις, ανεξάρτητα από το αν η συναλλαγή διενεργείται με μία μόνη πράξη ή με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους,
- Όταν υπάρχει υπόνοια νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ανεξάρτητα από κάθε παρέκκλιση, εξαίρεση ή κατώτατο όριο ποσού,
- Όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ακρίβεια, την πληρότητα ή την επάρκεια των στοιχείων που συγκεντρώθηκαν προηγουμένως για την πιστοποίηση και την επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη ή του πραγματικού δικαιούχου.
Προπληρωμένες κάρτες
Επίσης, κατά παρέκκλιση, και με βάση κατάλληλη αξιολόγηση που δείχνει ότι ο κίνδυνος είναι μικρός, τα υπόχρεα πρόσωπα μπορεί να μην εφαρμόζουν ορισμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη σε ό,τι αφορά το ηλεκτρονικό χρήμα, αν πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις ελαχιστοποίησης του κινδύνου:
- Το μέσο πληρωμής δεν διαθέτει δυνατότητα επαναφόρτισης ή έχει ανώτατο μηνιαίο όριο πράξεων εκατόν πενήντα (150) ευρώ και μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο στην Ελλάδα,
- Το ανώτατο ποσό που αποθηκεύεται ηλεκτρονικά δεν υπερβαίνει τα εκατόν πενήντα (150) ευρώ και μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο στην Ελλάδα,
- Το μέσο πληρωμής χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την αγορά αγαθών ή υπηρεσιών,
- Το μέσο πληρωμής δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί με ανώνυμο ηλεκτρονικό χρήμα,
- Ο εκδότης παρακολουθεί επαρκώς τις συναλλαγές ή την επιχειρηματική σχέση, ώστε να είναι δυνατός ο εντοπισμός ασυνήθιστων ή ύποπτων συναλλαγών.
Όμως, με την επόμενη διάταξη, προβλέπεται, ότι η εξαίρεση δεν ισχύει σε περίπτωση εξόφλησης σε μετρητά ή ανάληψης σε μετρητά της νομισματικής αξίας του ηλεκτρονικού χρήματος, όταν το εξοφλούμενο ποσό υπερβαίνει τα πενήντα (50) ευρώ ανά συναλλαγή ή σε περίπτωση εξ αποστάσεως πράξης πληρωμής, όταν το καταβαλλόμενο ποσό υπερβαίνει τα πενήντα (50) ευρώ.
Κατά την εκπλήρωση των ανωτέρω υποχρεώσεών τους τα υπόχρεα πρόσωπα οφείλουν να ενεργούν σύμφωνα με την εκτίμηση κινδύνου και δεν βασίζονται αποκλειστικά στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων.
Τέλος, τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί που ενεργούν ως αποδέκτες καρτών πληρωμής δέχονται τις πληρωμές που πραγματοποιούνται με ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες μόνο εφόσον αυτές έχουν εκδοθεί από υπόχρεα πρόσωπα με εγκατάσταση στην Ευρωπαϊκή Ένωση.