Σπύρος Φωκάς: Πού και πότε θα γίνει η κηδεία του αγαπημένου ηθοποιού

Ο Σπύρος Φωκάς έφυγε από τη ζωή την Παρασκευή 10 Νοεμβρίου σε ηλικία 86 ετών.

Η κηδεία του Σπύρου Φωκά θα γίνει την Τρίτη 14 Νοεμβρίου στο Α νεκροταφείο Αθηνών. Η σορός θα βρίσκεται στην αίθουσα πολιτικής κηδείας από 12.00 μμ έως 14.00 μμ. Εν συνεχεία θα οδηγηθεί στο κρεματόριο Ριτσώνας για αποτέφρωση προς εκπλήρωση της τελευταίας επιθυμίας του.

Αντί στεφάνων η οικογένεια επιθυμεί να γίνουν δωρεές στο σύλλογο «ΕΛΠΙΔΑ». Όσοι επιθυμούν στεφάνια μπορούν να επικοινωνήσουν με το τηλέφωνα: 210-8088000- 6970119900.

Η πολυκύμαντη ζωή του «Έλληνα Ομάρ Σαρίφ»

Πάτρα, Αθήνα, Ρώμη, Χόλιγουντ, Κόρινθος. Όνειρα, πείσμα, διάκριση, παγκόσμια επιτυχία, πτώση…: Αυτοί υπήρξαν οι βασικοί σταθμοί της μακράς διαδρομής της ζωής του Σπύρου Φωκά που «έφυγε» σήμερα, σε ηλικία 86 ετών, έχοντας γευτεί σχεδόν τα πάντα, από τη μεθυστική γλύκα της ανά τον κόσμο διασημότητας και του ακραίου θαυμασμού μέχρι την απόγνωση της πτώσης, της αρρώστιας και των γηρατειών κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Σε όλες αυτές τις διαφορετικές φάσεις του βίου του, ωστόσο, ο Έλληνας Ομάρ Σαρίφ, όπως συχνά τον αποκαλούσαν, παρέμενε σταθερά λιτός, σοβαρός, αξιοπρεπής, δωρικός αλλά και διαχρονικά γοητευτικός.

Ακόμα και την τεράστια διεθνή επιτυχία του, το γεγονός ότι κατάφερε να κερδίσει μια θέση στα θρυλικά στούντιο της Τσινετσιτά και αργότερα του Χόλιγουντ, παίζοντας στο πλευρό τεράστιων ονομάτων της υποκριτικής τέχνης και κορυφαίων σταρ, όπως η Κατίνα Παξινού, ο Αλέν Ντελόν, ο Μάικλ Ντάγκλας, η Λάιζα Μινέλι και ο Σιλβέστερ Σταλόνε, αλλά και τον καθολικό θαυμασμό της αδιαμφισβήτητης ομορφιάς του τα αντιμετώπισε με πρωτοφανή φυσικότητα και αξιοθαύμαστη μετριοφροσύνη. «Ήμουν απλώς μια ευχάριστη παρουσία» απαντούσε όταν τού έλεγαν πως αποτέλεσε έναν από τους ομορφότερους άνδρες που πέρασαν από την παγκόσμια κινηματογραφική οθόνη.

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως στερούνταν πάθους και ενθουσιασμού. Το είχε αποδείξει άλλωστε από τα μαθητικά του κιόλας χρόνια, τότε που έκανε κοπάνες από το σχολείο προκειμένου να πάει στον κινηματογράφο να δει ταινίες, που ήταν η μεγάλη του αδυναμία. Γεγονός που οδήγησε, μοιραία, τα βήματά του στα μονοπάτια της υποκριτικής, μιας τέχνης που διδάχτηκε στη δραματική σχολή του Κώστα Μιχαηλίδη, με τις ευλογίες και την στήριξη του ταξιδιωτικού πράκτορα πατέρα του που όταν τού ανακοίνωσε την απόφασή του να γίνει ηθοποιός του απάντησε, χωρίς δεύτερη σκέψη, «αν σου αρέσει, όρμα…». Κι εκείνος όρμησε και ξεκίνησε να κυνηγά το όνειρό του χωρίς να υποψιάζεται ότι μέσα σε λίγα χρόνια η πραγματικότητα θα ξεπερνούσε ακόμη και τις πιο τρελές του επαγγελματικές του φαντασιώσεις.

Ήταν μόλις 22 ετών όταν ανέλαβε τον πρώτο του ρόλο στην ταινία του Βασίλη Γεωργιάδη «Διακοπές στην Κολοπετινίτσα», παίζοντας στο πλευρό του Κώστα Χατζηχρήστου και της Ρίκας Διαλυνά. Η συμμετοχή του ωστόσο στην ταινία του Ανδρέα Λαμπρινού «Ματωμένο Ηλιοβασίλεμα» έμελλε αποτελέσει το κλειδί που θα τού εξασφάλιζε το διαβατήριο της διεθνούς καριέρας, καθώς προβλήθηκε, το 1959, στο Φεστιβάλ των Καννών φέρνοντάς τον σε πρώτη επαφή με το διεθνές κινηματογραφικό γίγνεσθαι.

Γοητευμένος από τη λάμψη του διεθνούς σινεμά, δεν άφησε τα πράγματα στην τύχη τους. Πήγε στην Ιταλία και συμμετείχε σε δεκάδες κάστινγκ που έκαναν τα θρυλικά στούντιο της Τσινετσιτά. Η εντυπωσιακή παρουσία του και το ταλέντο του δεν έμειναν απαρατήρητα. Ξεχώρισε αμέσως ανάμεσα στους υπόλοιπους φιλόδοξους συνυποψηφίους του από κάθε γωνιά της γης με αποτέλεσμα να διεκδικήσει και να κερδίσει σημαντικούς ρόλους στον ιταλικό κινηματογράφο.

Ξεκίνησε με την συμμετοχή του στο ρωμαϊκό δράμα «Μεσσαλίνα Αφροδίτη» ενώ πολύ σύντομα στέφθηκε πρωταγωνιστής στον «Θάνατο ενός φίλου» του Φράνκο Ρόσι κερδίζοντας μάλιστα και το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ του Λοκάρνο. Το μεγάλο μπαμ όμως έγινε μέσα από την συνεργασία του με τον διάσημο Ιταλό σκηνοθέτη Λουκίνο Βισκόντι στην βραβευμένη με Χρυσό Φοίνικα ταινία «Ο Ρόκο και τα αδέλφια του», παίζοντας στο πλευρό του Γάλλου γόη Αλέν Ντελόν, της Κλαούντια Καρντινάλε αλλά και της δικής μας, σπουδαίας Κατίνας Παξινού, υπό τους ήχους της υπέροχης μουσικής του Νίνο Ρότα. Λέγεται μάλιστα πως ο Βισκόντι τον προόριζε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο αλλά μια συζήτησή τους στην οποία ο Έλληνας ηθοποιός δεν φάνηκε πλήρως διαθέσιμος, τον θύμωσε με αποτέλεσμα να κάνει πρωταγωνιστή τον Ντελόν. Σε κάθε περίπτωση αυτή η συνεργασία υπήρξε καθοριστική για την καριέρα του αφού οδήγησε στη σύμπραξή του και με άλλους Ιταλούς σκηνοθέτες μεταξύ των οποίων οι Ούγκο Τονιάτσι, Μάριο Καμερίνι, αδελφοί Ταβιάνι κ.α.

Η επιτυχία του στην γειτονική Ιταλία, εξάλλου, τον κατέστησε περιζήτητο και στα εγχώρια κινηματογραφικά δρώμενα στα προσφέροντας του ρόλους σε επιτυχημένες ελληνικές ταινίες, όπως ο «Εγωϊσμός» και το «Αναμορφωτήριο» του Γιάννη Δαλιαννίδη, όπου έπαιξε μαζί με την Ζωή Λάσκαρη, αλλά και ο «Φόβος» του Κώστα Μανουσάκη, το «Ντάμα σπαθί» του Γιώργου Σκαλενάκη και ο «Έρωτας στην καυτή άμμο» του Κώστα Ζωγραφάκη, με συμπρωταγωνίστρια την Έλενα Ναθαναήλ, με την οποία αποτέλεσαν ένα από τα ομορφότερα ζευγάρια της μεγάλης οθόνης.