Η Σύνοδος Κορυφής θα αφιερωθεί στην υιοθέτηση μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής θέσης σε σχέση με την Ανατολική Μεσόγειο και την Τουρκία, δήλωσε σήμερα ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ.
Συγκεκριμένα, μιλώντας σε εκδήλωση της δεξαμενής σκέψης Bruegel στις Βρυξέλλες, με ψηφιακά μέσα, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου δήλωσε τα εξής: “στην Ανατολική Μεσόγειο, αντιμετωπίζουμε εντάσεις και απρόβλεπτες καταστάσεις. Η Λιβύη και η Συρία είναι εστίες ανασφάλειας και αστάθειας. Υπάρχει πίεση στην κυριαρχία της Ελλάδας και της Κύπρου. Η σχέση μας με την Τουρκία είναι υπό πίεση. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η επόμενη ευρωπαϊκή σύνοδος κορυφής θα αφιερωθεί στην υιοθέτηση μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής θέσης σε σχέση με αυτήν την περιοχή. Πρότεινα τη διοργάνωση μιας πολυμερούς διάσκεψης για την Ανατολική Μεσόγειο, όπου θα συζητηθούν ο καθορισμός των θαλασσίων ζωνώ, η ενέργεια, η ασφάλεια, η μετανάστευση κ.λπ”.
Μιλώντας για θέματα άμυνας, ο Πρόεδρος ανέφερε: “η άμυνα δεν είναι ευρωπαϊκή αρμοδιότητα σαν τις άλλες. Και ξέρω τις διαφορετικές εθνικές ευαισθησίες. Στα μάτια μου, η εμβάθυνση της κοινής άμυνας είναι αναγκαιότητα και αποτελεί κοινή λογική περισσότερο από ιδεολογική εμμονή. Αυτό το έργο πρέπει να αναπτυχθεί εντός του ΝΑΤΟ. Αυτό είναι το νόημα της στρατηγικής εταιρικής σχέσης μεταξύ ΕΕ και ΝΑΤΟ. Η μόνιμη διαρθρωμένη συνεργασία και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας, το οποίο μόλις ενισχύσαμε με 7 δισεκατομμύρια ευρώ, συνάδουν πλήρως με αυτήν τη φιλοδοξία. Και χαιρετίζω τον Ζαν Κλωντ Γιούνκερ και τη Φεντερίκα Μογκερίνι των οποίων η στρατηγική ώθηση σε αυτόν τον τομέα δεν έχει εκτιμηθεί ακόμη πλήρως”, ανέφερε.
Αναφερόμενος στην ίδια τη χάραξη της εξωτερικής πολιτιή, ο Πρόεδρος είπε: “ο Ύπατος Εκπρόσωπός μας είναι υπεύθυνος εξωτερικών υποθέσεων. Είναι το γράμμα και το πνεύμα της Λισαβόνας. Είναι απόλυτα αφοσιωμένος. Η εμπειρία και η ικανότητά του είναι πλεονεκτήματα. Ελπίζω ότι, ως Αντιπρόεδρος της Κομισιόν και Προεδρεύων του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων (ΣΕΥ), θα έχει όλο τον χρήσιμο πολιτικό χώρο στην υπηρεσία των κοινών μας συμφερόντων.
Και το καθήκον του δεν είναι εύκολο. Επειδή απαιτείται ομοφωνία σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Αυτό το ζήτημα της ομοφωνίας συζητείται τακτικά, όπως γνωρίζουμε. Και έχω μια ειδική γνώμη σχετικά με αυτό το θέμα. Φυσικά, η απαίτηση της ομοφωνίας επιβραδύνει και μερικές φορές ακόμη και αποτρέπει την απόφαση. Όμως, αυτή η απαίτηση οδηγεί σε συνεχείς προσπάθειες συγκόλλησης των κρατών μελών. Και αυτή η ευρωπαϊκή ενότητα είναι επίσης η δύναμή μας. Η ομοφωνία προάγει τη διαρκή προσκόλληση των 27 χωρών στη στρατηγική που συζητήθηκε από κοινού”. Ο Πρόεδρος παρέπεμψε μάλιστα στην αναζήτηση άλλων μεταρρυθμίσεων “για να δράσουμε πιο γρήγορα σε διεθνές επίπεδο, χωρίς να χάσουμε την προστιθέμενη αξία της ομοφωνίας μας”.