Με ανάπτυξη 2,1% και πληθωρισμό στο 3% εκτιμά η Κομισιόν ότι θα κλείσει το 2024 για την ελληνική οικονομία, με το 2025 να φέρνει ανάπτυξη 2,3% και πληθωρισμό στο 2,4%. Για το 2026, οι φθινοπωρινές εκτιμήσεις της Κομισιόν μιλούν για ανάπτυξη 2,2% και πληθωρισμό στο 1,9%.
Η Κομισιόν προβλέπει μείωση της ανεργίας σε μονοψήφια επίπεδα από το 2025 (10,4% για το 2024, μείωση στο 9,8% για το 2025 και στο 9,2% για το 2026)
Το χρέος αναμένεται να μειωθεί από το 153,1% του ΑΕΠ φέτος, στο 146,8% το 2025 και στο 142,7% το 2026.
Η ανάκαμψη παραμένει ισχυρή
Όπως σημειώνει η Κομισιόν, η ελληνική οικονομία σημείωσε σταθερή ανάπτυξη 2,1% το πρώτο εξάμηνο του 2024, κυρίως λόγω της εγχώριας ζήτησης, ενώ οι καθαρές εξαγωγές ενίσχυσαν την ανάπτυξη. Μετά τις αυξήσεις του κατώτατου μισθού, η ιδιωτική κατανάλωση επωφελήθηκε από τη σχετικά ταχύτερη αύξηση των μισθών για τα χαμηλότερα εισοδήματα νοικοκυριά που τείνουν να έχουν μεγαλύτερη τάση κατανάλωσης.
Οι επενδύσεις σε εξοπλισμό επιταχύνθηκαν παράλληλα με την ισχυρή ανάκαμψη της αύξησης των εταιρικών πιστώσεων, ενώ η αύξηση των εισαγωγών που συνοδεύτηκε από την υποτονική αύξηση των εξαγωγών οδήγησε σε μείωση των καθαρών εξαγωγών. Χάρη στην ισχυρή εγχώρια ζήτηση, η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ αναμένεται να είναι κατά μέσο όρο 2,1% το 2024.
Η ιδιωτική κατανάλωση πρόκειται να συνεχίσει να επεκτείνεται με ισχυρό ρυθμό που υποστηρίζεται από σταθερή αύξηση του πραγματικού εισοδήματος. Προβλέπεται ότι οι επενδύσεις θα επιταχυνθούν περαιτέρω, με κορύφωση κοντά στο 9% το 2025, καθώς η εφαρμογή του σχεδίου ανάκαμψης μετατοπίζεται όλο και περισσότερο από τις μεταρρυθμίσεις προς τις επενδύσεις και βελτιώνονται οι συνθήκες χρηματοδότησης.
Στο μεταξύ, η ανάκαμψη της εξωτερικής ζήτησης αναμένεται να ωφελήσει την αύξηση των εξαγωγών, υποστηριζόμενη περαιτέρω από την αύξηση της ανταγωνιστικότητας του κόστους που συσσωρεύτηκε στο παρελθόν και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούν στη βελτίωση των εξαγωγικών επιδόσεων. Η αύξηση των εισαγωγών προβλέπεται να παραμείνει ισχυρή, δεδομένου του υψηλού περιεχομένου των επενδύσεων στις εισαγωγές. Συνολικά, η αύξηση του ΑΕΠ αναμένεται να παραμείνει πάνω από το μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό και προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 2,3% και 2,2% το 2025 και το 2026, αντίστοιχα.
Οι διαρθρωτικές «προκλήσεις» ίσως περιορίσουν περαιτέρω βελτιώσεις στην αγορά εργασίας
Το ποσοστό απασχόλησης αυξήθηκε στο 54,9% (άτομα ηλικίας 15-74 ετών) σε εποχικά προσαρμοσμένους όρους το δεύτερο τρίμηνο του 2024, αλλά παραμένει ένα από τα χαμηλότερα στην Ε.Ε.
Το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 9,5% τον Αύγουστο, αν και παραμένει ένα από τα υψηλότερα στην Ένωση. Τα ποσοστά κενών θέσεων αυξήθηκαν περαιτέρω το πρώτο εξάμηνο του 2024, ιδίως στους τομείς των κατασκευών, του τουρισμού και των υψηλών δεξιοτήτων.
Η αύξηση της απασχόλησης αναμένεται να συνεχιστεί, αν και με βραδύτερο ρυθμό, καθώς οι αναντιστοιχίες δεξιοτήτων και τα διαρθρωτικά προβλήματα, μεταξύ άλλων, όπως η έλλειψη λύσεων για την φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων ή το αυστηρό κανονιστικό πλαίσιο για την μερική απασχόληση, περιορίζουν την αύξηση της προσφοράς εργασίας.
Το ποσοστό ανεργίας προβλέπεται να μειωθεί σε περίπου 9,0% έως το 2026, το χαμηλότερο επίπεδο σε μια δεκαετία. Οι πραγματικοί μισθοί ανά εργαζόμενο αναμένεται να αυξηθούν κατά 1,1% κατά μέσο όρο ετησίως κατά τη διάρκεια του ορίζοντα πρόβλεψης, υποστηριζόμενοι επίσης από τη μείωση της εισφοράς κοινωνικής ασφάλισης.
Σε πτωτικούς αλλά αργούς ρυθμούς ο πληθωρισμός
Ο ονομαστικός πληθωρισμός έφτασε κατά μέσο όρο 3,1% ετησίως το τρίτο τρίμηνο του 2024, περίπου 1% πάνω από τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Ο αποπληθωρισμός περιορίστηκε από την επιτάχυνση των τιμών των υπηρεσιών, τον αντίκτυπο των πλημμυρών του 2023 στις τιμές των τροφίμων και την πρόσφατη άνοδο των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας. Ο πληθωρισμός αναμένεται να συνεχίσει πτωτική πορεία του το τελευταίο τρίμηνο του 2024, αλλά οι μισθολογικές πιέσεις που τροφοδοτούνται από την αύξηση της έλλειψης εργατικού δυναμικού και τις αυξήσεις του κατώτατου μισθού αναμένεται να ασκήσουν ανοδική πίεση στις τιμές που προσβλέπουν.
Ο ονομαστικός πληθωρισμός προβλέπεται στο 3,0%, 2,4% και 1,9% το 2024, το 2025 και το 2026, αντίστοιχα. Ο πληθωρισμός- χωρίς την ενέργεια και τα τρόφιμα- προβλέπεται να παραμείνει υψηλότερος στον ορίζοντα πρόβλεψης, στο 3,4%, 2,7% και 2,0% το 2024, το 2025 και το 2026, αντίστοιχα.
Συρρίκνωση του δείκτη δημόσιου χρέους εν μέσω βελτίωσης του δημοσιονομικού ισοζυγίου
Το ονομαστικό έλλειμμα αναμένεται να μειωθεί από 1,3% του ΑΕΠ το 2023 σε 0,6% του ΑΕΠ το 2024, αντανακλώντας την αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος από 2,1% του ΑΕΠ το 2023 σε 2,9% φέτος. Η μείωση αυτή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό λόγω της υποτονικής αύξησης των τρεχουσών δαπανών και της αύξησης των εσόδων από τον φόρο εισοδήματος.
Το 2025, το ονομαστικό έλλειμμα αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω στο 0,1% του ΑΕΠ, κυρίως λόγω μείωσης των δαπανών για τόκους και των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων το 2025. Αυτή η πρόβλεψη επηρεάζει την συνολική εικόνα του 2024, καθώς και ένα σύνολο νέων δημοσιονομικών μέτρων που ανακοινώθηκαν φέτος με καθαρό αντίκτυπο 0,2% του ΑΕΠ.
Σε ό,τι αφορά δαπάνες, οι μισθοί του δημόσιου τομέα πρόκειται να αυξηθούν τον Απρίλιο του 2025, ώστε να ευθυγραμμιστεί ο βασικός μισθός στον δημόσιο τομέα με τον κατώτατο μισθό του ιδιωτικού. Από την πλευρά των εσόδων, το ποσοστό εισφοράς κοινωνικής ασφάλισης προβλέπεται να μειωθεί κατά 1% και έχει ανακοινωθεί αύξηση του φόρου διανυκτέρευσης στα ξενοδοχεία. Ο δημοσιονομικός προσανατολισμός προβλέπεται να είναι επεκτατικός το 2025, μετά από έναν συρρικνωτικό δημοσιονομικό προσανατολισμό το 2024.
Το 2026, το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να μετατραπεί σε πλεόνασμα 0,2% του ΑΕΠ, εν μέσω ευνοϊκών μακροοικονομικών εξελίξεων. Η βελτίωση αυτή αναμένεται να οφείλεται στην αύξηση των φορολογικών εσόδων και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης που αντισταθμίζουν τις αυξημένες δαπάνες για συνταξιοδοτικές παροχές και δημόσιους μισθούς. Ο δημοσιονομικός προσανατολισμός προβλέπεται να παραμείνει επεκτατικός το 2026.
Ο δείκτης δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ μειώνεται τα τελευταία χρόνια και προβλέπεται να φτάσει το 153,1% το 2024, πριν μειωθεί περαιτέρω στο 146,8% του ΑΕΠ το 2025 και στο 142,7% το 2026. Η πτώση οφείλεται στα πρωτογενή πλεονάσματα, στην ονομαστική ανάπτυξη και στη μείωση των ταμειακών αποθεμάτων το 2024.
Οι δημοσιονομικές προοπτικές εξακολουθούν να υπόκεινται σε κινδύνους ανά χώρα. Οι καθοδικοί κίνδυνοι προέρχονται από εκκρεμείς νομικές υποθέσεις, κυρίως από τις δικαστικές υποθέσεις κατά της εταιρείας δημοσίων ακινήτων (ΕΤΑΔ). Από την άλλη πλευρά, οι προσπάθειες της κυβέρνησης να αυξήσει τη φορολογική συμμόρφωση μέσω της ψηφιοποίησης ενδέχεται να αποφέρουν υψηλότερα έσοδα το 2025.