Γιάννης Σγουρός: 20 Χρόνια από τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας

«Πέρασαν κιόλας 20 χρόνια από την Ολυμπιάδα της Αθήνας. Από την ημέρα που οι αγώνες επέστρεψαν σπίτι τους. Μπορεί να ακούγεται εγωιστικό, αλλά είναι η πραγματικότητα. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι ένα ακόμα στοιχείο αθλητικής και πολιτιστικής κληρονομιάς που έδωσε ο ελληνικός αρχαίος πολιτισμός στο σύγχρονο κόσμο.

Για να φτάσουμε στην αναβίωση τους, το μακρινό 1896, χρειάστηκε το όραμα ενός ανθρώπου που αγαπούσε τον αθλητισμό και την αρχαία Ελλάδα. Ο βαρόνος Πιερ ντε Κουμπερτέν, με σπουδές και στην εκπαίδευση, θεωρούσε ότι η φυσική αγωγή, στο πλαίσιο των σχολικών δραστηριοτήτων, βοηθούσε σημαντικά και στην ανάπτυξη του πνεύματος των νέων ανθρώπων συμβάλλοντας στην ανατροφή τους. Με σημαντικές αθλητικές διακρίσεις και ο ίδιος, σε αθλήματα όπως η κωπηλασία, η ενόργανη γυμναστική, η πυγμαχία, αποτέλεσε ιδρυτικό μέλος της Ένωσης Γαλλικών Αθλητικών Συλλόγων καταλαμβάνοντας από το 1892 και τη θέση του γενικού της γραμματέα.

Η Ένωση αυτή αποτέλεσε και το πρώτο κύτταρο για να δημιουργηθούν οι βάσεις για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων στο σήμερα. Σε μία συνεδρίαση της πρότεινε την ιδέα η οποία, αν και αρχικά δεν είχε μεγάλη ανταπόκριση, οδήγησε στο διεθνές συνέδριο του 1894 που «γέννησε» την Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή. Η αρχή είχε γίνει και το όραμα του υλοποιήθηκε το 1896 στην Αθήνα.

 

Οι ομοιότητες ανάμεσα στο 1896 & το 2004

Ο κόσμος ήταν πολύ διαφορετικός τότε σε σχέση με ότι γνωρίζουμε σήμερα. Ορισμένα πράγματα φυσικά μοιάζουν αρκετά και με την εποχή μας. Για παράδειγμα ο ξένος τύπος μιλούσε για αδυναμία της Ελλάδας να σηκώσει το βάρος της διοργάνωσης. Σειρά δημοσιευμάτων με πηχυαίους τίτλους έκρουαν το κώδωνα του κινδύνου για την σίγουρη αποτυχία των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων. Σας θυμίζουν κάτι όλα αυτά;

Πάνω κάτω τα ίδια γινόντουσαν και λίγο πριν κερδίσουμε στην ψηφοφορία για την ανάληψη των Αγώνων του 2004. Τα ίδια ακολούθησαν και μετά την νίκη μας στη διαδικασία της διεκδίκησης. Κοινός παρονομαστής του 1896 με το 2004; Η ελληνική ψυχή, η προσπάθεια των ανθρώπων που μπήκαν μπροστά για να γίνει πράξη το όνειρο, το όραμα τους και η δουλειά που έριξαν για να αλλάξει το τοπίο εντός και εκτός Ελλάδας στην αντιμετώπιση του εγχειρήματος. Το 1896 έγινε η αρχή, το 2004 διοργανώσαμε ίσως τους καλύτερους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες της ιστορίας.

Η επιμονή του Κουμπερτέν, η εκλογή του Δημήτρη Βικέλα στη θέση του Προέδρου της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής άνοιξαν το δρόμο για να έρθουν οι Αγώνες στη χώρα μας, παρά το γεγονός ότι είχε προταθεί να τους αναλάβει το Λονδίνο, που ήταν σαφώς πιο έτοιμο και η Αγγλία σε καλύτερη οικονομική κατάσταση.

Το 2004 η χώρα μας είχε να αντιμετωπίσει στην ψηφοφορία για την ανάδειξη της πόλης που θα φιλοξενούσε τους Αγώνες τη Ρώμη και τη Στοκχόλμη από την Ευρώπη, το Μπουένος Άιρες από την Αργεντινή και το Κέιπ Τάουν της Νοτίου Αφρικής. Στην τελική φάση της διαδικασίας η Αθήνα υπερίσχυσε της Ρώμης με 66 ψήφους αντί 41 και κέρδισε τους Ολυμπιακούς. Για πολλούς ήταν μία αποκατάσταση της ιστορίας, όταν στην αντίστοιχη προσπάθεια του 1996 είχε επικρατήσει της χώρας μας η Ατλάντα με τις ευλογίες των πολυεθνικών να νικούν την ιστορική αναγκαιότητα του χρυσού Ιωβηλαίου.

 

Η ημερομηνία ορόσημο της 5ης Σεπτεμβρίου του 1997

 

Στις 5 Σεπτεμβρίου του 1997 στην έδρα της Δ.Ο.Ε στη Λωζάνη της Ελβετίας πραγματοποιήθηκε η 106η Σύνοδος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής. Εκεί ο τότε Πρόεδρος της, ο Χουάν Αντόνιο Σάμαρανγκ, ανακοίνωσε τη χώρα μας και την Αθήνα ως οικοδέσποινα των Αγώνων για το 2004. Τελικά ήταν μόνο η αποκατάσταση της ιστορίας για την «ήττα» στις 18 Σεπτεμβρίου 1990 που αφορούσε τους Ολυμπιακούς του 1996;

Είναι μεγάλο λάθος, αν κάποιος νομίζει πως έγινε απλά μία «χάρη» στην Ελλάδα. Οι συνθήκες δεν ήταν ίδιες. Τα δεδομένα επίσης. Η υποψηφιότητα για το 2004 δεν ήταν απλά μία ακόμα πρόταση στο θυμικό του ολυμπιακού κινήματος. Η βάση της πρότασης ανάληψης του 1996 είχε σημαντικές ελλείψεις, είχε ως άξονα το πρέπει του Χρυσού Ιωβηλαίου και λίγα πράγματα σχετικά με την διοργάνωση αυτή καθαυτή. Το 2004 είναι τελείως άλλη ιστορία. Η Ελλάδα είχε προχωρήσει σε επίπεδο υποδομών, είχε ανοίξει τους ορίζοντες της στη προσπάθεια διαρκούς αναβάθμισης των παρεχόμενων υπηρεσιών στους πολίτες και τους επισκέπτες της και μεγάλα έργα ήταν ήδη σε φάση υλοποίησης ή δημοπράτησης. Επίσης η ασφάλεια σε όλα τα επίπεδα πήρε άριστα!

Δεν ήταν, όμως, μόνο αυτό. Ήταν και η μεγάλη άνοδος του ελληνικού αθλητισμού. Η χώρα μας είχε μπει πλέον γερά στη διεκδίκηση μεταλλίων σε αθλήματα και αγωνίσματα, που στο παρελθόν δεν μπορούσαμε να το διανοηθούμε καν .Σκεφτείτε ότι το 1990 που έγινε η ψηφοφορία για τους Αγώνες του 1996, η Ελλάδα μετρούσε μόλις ένα χρυσό, ένα αργυρό και έξι χάλκινα στις τρεις Ολυμπιάδες της δεκαετίας του 80. Αντίθετα το 1997 που πραγματοποιήθηκε η ψηφοφορία για το 2004, η χώρα μας μόνο την προηγούμενη χρονιά στην Ατλάντα είχε πάρει τέσσερα χρυσά και τέσσερα αργυρά μετάλλια. Η αρχή είχε γίνει ήδη από το 1992 στη Βαρκελώνη, όταν και η Βούλα Πατουλίδου στο στίβο και ο Πύρρος Δήμας στην άρση βαρών άνοιξαν το δρόμο για τις μεγάλες επιτυχίες με τα χρυσά τους μετάλλια.

 

Η άνθηση του αθλητισμού δεν έγινε μέσα σε μία μέρα

 

Όσοι έχουν μοχθήσει για να πετύχουν έναν στόχο στη ζωή τους γνωρίζουν πολύ καλά ότι τίποτα δεν γίνεται μέσα σε μία μέρα. Οι κόποι και οι προσπάθειες ανταμείβονται σε βάθος χρόνου και κυρίως αν κυνηγάς με συστηματικό τρόπο την επιτυχία.

Ως άνθρωπος του αθλητισμού, από όλα τα πόστα που τον αφορούν, ξέρω από πρώτο χέρι τις θυσίες και τα εμπόδια που πρέπει να ξεπεράσεις για να γευτείς το νέκταρ της επιτυχίας. Τίποτα δεν σου χαρίζεται. Τα ολυμπιακά μετάλλια είναι ένας συνδυασμός πολλών πραγμάτων, που πρέπει να γίνουν από τον ίδιο τον αθλητή, τους προπονητές, τους παράγοντες, την ομοσπονδία του αθλήματος. Το βασικότερο, όμως, παραμένει η στήριξη της Πολιτείας. Ένα οργανωμένο σχέδιο θα φέρει αποτελέσματα και διακρίσεις. Χωρίς τη κρατική συνδρομή και αρωγή οι όποιες επιτυχίες θα είναι αποσπασματικές και σε καμία περίπτωση δεν θα έχουν συνέχεια.

Από τη δεκαετία του 1980 είχε φανεί μία αλλαγή στη σκέψη της ελληνικής Πολιτείας σε σχέση με τον αθλητισμό. Στις αρχές της κατασκευάστηκε το Ο.Α.Κ.Α ένα υπερσύγχρονο για τα δεδομένα της εποχής στάδιο για να φιλοξενήσει μεγάλες διοργανώσεις, όπως το Ευρωπαϊκό  Πρωτάθλημα Στίβου το 1982 και τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης ένα χρόνο αργότερα ανάμεσα σε Αμβούργο και Γιουβέντους. Η κατασκευή μεγάλων και σημαντικών αθλητικών εγκαταστάσεων έφερε και το πρώτο χρυσό μετάλλιο στο στίβο από την Άννα Βερούλη στον ακοντισμό. Στο ίδιο αγώνισμα τρίτη ήταν η Σοφία Σακοράφα.

Σειρά λίγα χρόνια αργότερα πήρε η κατασκευή του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας στο φαληρικό δέλτα. Το νέο γήπεδο, που σημειωτέων ποτέ δεν λειτούργησε στην πλήρη του διάσταση με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τη μη μετατροπή του σε ένα τεράστιο παγοδρόμιο για κάποια διοργάνωση ενώ διαθέτει την αντίστοιχη υποδομή, φιλοξένησε το θρίαμβο του ελληνικού μπάσκετ το 1987. Το παγκόσμιο εφήβων το 1996 στο κλειστό του Ο.Α.Κ.Α, το οποίο από ένα απλό στάδιο χρόνο με το χρόνο μετατράπηκε σε ένα μοντέρνο complex αθλητικών εγκαταστάσεων, το παγκόσμιο του στίβου το 1997 με Ξάνθου και Γκατσιούδη να χαρίζουν ένα αργυρό και ένα χάλκινο μετάλλιο σε άλμα εις μήκος και ακόντιο αντίστοιχα, αποτέλεσαν το έναυσμα για να επανέλθουμε στη διεκδίκηση των Ολυμπιακών Αγώνων.

 

Η επιτυχία του 2004 και η διαχείριση της

 

Για να φθάσουμε στις στιγμές που ζήσαμε ως χώρα τον Αύγουστο του 2004, υπήρξε μία μακρά και δύσκολη πορεία στην οποία είχα τη τιμή να συμμετάσχω ως μέλος της 5μελούς επιτροπής διεκδίκησης και κατόπιν της οργανωτικής επιτροπής του Αθήνα 2004. Στο σημείο αυτό και για την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας θα ήθελα να αναφέρω τα μέλη της επιτροπής διεκδίκησης που πέτυχε να φέρει τους Αγώνες πίσω στη γενέτειρα τους.. Πρόεδρος ήταν η κ. Γιάννα Αγγελοπούλου – Δασκαλάκη, που από την πρώτη στιγμή πίστεψε στην επιτυχία και κατάφερε να πείσει αρκετούς από τη διεθνή κοινότητα χάρη στο κύρος και τις επαφές της. Μαζί της σε αυτή την μεγάλη πορεία προς τη νίκη ήμασταν οι Κώστας Λιάσκας, Ανδρέας Ποταμιάνος, Λουκάς Παπαδήμος και εγώ. Η παρουσία μου ως Γ.Γ.Α και η εμπειρία μου ως αθλητικού παράγοντα στην Παγκόσμια και Ελληνική Ομοσπονδία της άρσης βαρών, όπου και καταφέραμε να δημιουργήσουμε την dream team του αθλήματος σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, θέλω να πιστεύω πως βοήθησαν την επιτροπή διεκδίκησης να πετύχει στο έργο της.

Η ανάληψη των Αγώνων μετέτρεψε της Επιτροπή Διεκδίκησης σε Οργανωτική Επιτροπή στην οποία και παρέμεινα ως μέλος μέχρι και το 2001, όταν και αποχώρησα μετά και την απομάκρυνση μου από τη θέση του Γ.Γ.Α. Στην πορεία αυτών των ετών, από την ημέρα της ανακοίνωσης της Αθήνας ως οικοδέσποινας των Αγώνων έως και τις ημέρες διεξαγωγής τους, κληθήκαμε να διαχειριστούμε πολλά και σημαντικά ζητήματα.

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες απαιτούσαν τον πλήρη εκσυγχρονισμό της χώρας. Σε επίπεδο γραφειοκρατίας, υποδομών σε οδικούς άξονες και συγκοινωνίες, τομών στη δημόσια διοίκηση ήμασταν πίσω και έπρεπε να γίνουν άλματα. Με αυτό το τρόπο μπήκαν στη ζωή μας το μετρό, η Αττική Οδός και άλλα έργα μικρά ή μεγάλα έργα στην Αττική, αλλά και σε ολόκληρη την Ελλάδα. Το νέο αεροδρόμιο της Αθήνας, η γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου είναι μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα.

Το θέμα δεν ήταν οι υποδομές αυτού του είδους, αλλά η αξιοποίηση των αθλητικών εγκαταστάσεων που κατασκευάστηκαν για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Εκεί η Ελλάδα έχασε το στοίχημα. Το έχασε γιατί δεν είχε ένα ξεκάθαρο σχέδιο για το μετά. Η κυβέρνηση που ανέλαβε λίγο πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες δεν μπόρεσε να διαχειριστεί το μετά. Ακούσατε ποτέ, όμως, να γίνεται λόγος για αυτήν την περίοδο, την κρίσιμη από το 2004 έως και το 2009, που ούτε κρίση υπήρχε, ούτε μνημόνια, ούτε οικονομική δυσπραγία; Φυσικά και όχι.

Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ήταν αυτή που δεν μπόρεσε να εκπονήσει ένα πλάνο βιωσιμότητας των αθλητικών εγκαταστάσεων, που μας άφησαν παρακαταθήκη οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Η άνθηση του ελληνικού αθλητισμού μπήκε σε τροχιά πτώσης, ενώ θα μπορούσε να «πατήσει» πάνω σε αυτές τις υποδομές και να συνεχίσει ανοδικά.

 

Ωραίες οι τιμητικές εκδηλώσεις, αλλά …

 

Αύριο στο Καλλιμάρμαρο θα πραγματοποιηθεί μία εορταστική εκδήλωση για τη συμπλήρωση 20 χρόνων από τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Η εκδήλωση θα έχει τη σφραγίδα της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής, που θα τιμήσει τους αθλητές και τις αθλήτριες που μας εκπροσώπησαν στη μεγάλη γιορτή του αθλητισμού. Μαζί θα τιμηθούν και οι παίκτες της Εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου που την ίδια χρονιά σήκωσαν το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα στα γήπεδα της Πορτογαλίας. Όλα αυτά είναι πολύ όμορφα και ιδιαίτερα, γιατί ένας λαός που δεν σέβεται το παρελθόν του δεν έχει μέλλον.

Δεν αρκούν όμως. Το βασικότερο είναι να δώσουν οι ηγέτες του αθλητισμού στο τόπο μας ένα νέο όραμα για τα παιδιά που θέλουν να ακολουθήσουν το παράδειγμα και την πορεία των ανθρώπων που θα βραβευτούν. Να μιλήσουν για το μέλλον, να δείξουν το δρόμο στους νέους αθλητές για να κυνηγήσουν το όνειρο τους. Ο σκοπός δεν είναι οι τιμές μόνο. Ο σκοπός είναι να γεννηθούν οι Ολυμπιονίκες του αύριο. Πως; Με το να εξασφαλίσουν οι αρμόδιοι τις απαραίτητες προϋποθέσεις για προπόνηση και εξέλιξη στα παιδιά αυτά.

Η απόδοση ευθυνών για ότι έγινε στο παρελθόν έχει πια μόνο ιστορική αξία. Επιβάλλεται να γίνει για την αποκατάσταση της αλήθειας. Τα μέλη της επιτροπής διεκδίκησης λοιδορήθηκαν από συγκεκριμένες κατευθύνσεις οι οποίες τώρα προσπαθούν να καρπωθούν την τότε επιτυχία. Πολλοί θα πουν ότι είναι προσωπικό το ζήτημα. Όχι δεν είναι. Είναι εθνικό. Η αλήθεια πρέπει να λέγεται, η ευθύνη πρέπει να αποδίδεται. Είναι ιστορική αναγκαιότητα όχι ματαιοδοξία.

Προσωπικά αυτό που κρατάω από την εποχή εκείνη, εκτός του προφανούς της επιτυχίας διεκδίκησης και οργάνωσης των Αγώνων, είναι το μεγαλύτερο κίνημα εθελοντισμού που αναπτύχθηκε ποτέ στην πατρίδα μας. Οι αφανείς ήρωες των Αγώνων της Αθήνας ήταν όλοι εκείνοι οι Έλληνες και ξένοι που ανιδιοτελώς έβαλαν το λιθαράκι τους για να βιώσουμε όλοι ως έθνος αυτή τη μοναδική ιστορική στιγμή. Δίπλα σε όλους τους εθελοντές ήταν και οι ομοσπονδίες, τα σωματεία και οι παράγοντες που στάθηκαν στο ύψος τους βοηθώντας ο καθένας από το δικό του μετερίζι την εθνική προσπάθεια.

Θα ήθελα να κλείσω τη σημερινή αναφορά στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας με τους παραολυμπιονίκες  μας. Οι ήρωες της καρδιάς μας, οι αγωνιστές της καθημερινότητας, που παλεύουν κόντρα σε όλους και σε όλα, έδωσαν τις ημέρες των Παραολυμπιονικών Αγώνων της Αθήνας το καλύτερο εαυτό τους για την απόλυτη επιτυχία και αυτής της διοργάνωσης. Πιστεύω ακράδαντα ότι οι Αγώνες αυτοί βοήθησαν να αλλάξουμε σε μεγάλο βαθμό νοοτροπία και εμείς ως κοινωνία στο συγκεκριμένο θέμα. Πολύ πριν γίνει «μόδα» η έννοια της συμπερίληψης, οι Αγώνες της Αθήνας μας έδειξαν τον δρόμο προς την κοινωνική ισότητα και τις ίσες ευκαιρίες για όλους, μας άνοιξαν  τους ορίζοντες μας και μας έμαθαν να σεβόμαστε την έννοια της προσβασιμότητας, που σε αρκετές περιπτώσεις βρισκόμασταν αρκετά πίσω σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο».